Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Μικρή ιστορία των τερματοφυλάκων της Μπάρσα


Βαλντές και Ράμαλετς
Από τον Marti Perarnau

Οι τερματοφύλακες, αυτό το ξεχωριστό στοιχείο των ποδοσφαιρικών ομάδων. Άλλη αισθητική, άλλη ψυχολογία. Όλοι τους όμως με μεγάλη ευθύνη. Αρκεί να θυμηθούμε τα λόγια του Μοασίρ Μπαρμπόσα, του διάσημου τερματοφύλακα του Μαρακανάζο, που το 1994 δήλωσε: «Η ανώτατη ποινή κάθειρξης στην Βραζιλία είναι τα 20 χρόνια κι εγώ εκτίω 44». Στις επόμενες γραμμές θα δούμε λίγα λόγια για τους πιο σημαντικούς τερματοφύλακες της Μπάρσα.


Ο Τζουάν ντε Ουρουέλα, μαρκήσιος του Σαν Ρομάν ντε Αγιάλα, ήταν ο πρώτος τερματοφύλακας στην ιστορία του συλλόγου. Σαν τερματοφύλακας όμως έπαιξε μόλις δύο ματς και πέρασε την υπόλοιπη σεζόν του 1899 παίζοντας στην μεσαία γραμμή. Ο μεγάλος όμως των αρχών του αιώνα, ήταν ένας Εγγλέζος, ο Σμαρτ, που καθήλωνε το κοινό με τις επεμβάσεις του. Στα 1910 όταν και οι γκολκίπερ φορούσαν διαφορετικές εμφανίσεις από τους υπόλοιπους της ομάδας, ξεχώρισε ο Λουίς Ρενιέ. Εκτός όμως από το ποδόσφαιρο, ο Ρενιέ είχε γενικότερο πάθος με τον αθλητισμό: ήταν πρωταθλητής Καταλονίας στην δισκοβολία το 1912 και επίσης εξαιρετικός και στο σχέδιο. 

Στα 25 του χρόνια, ο Ρενιέ «παραγκωνίστηκε» από τον Λουίς Μπρου, έναν τερματοφύλακα με αρκετά μοντέρνα στοιχεία στο παιχνίδι του. Υπερασπίστηκε την εστία της Μπάρσα για 6 χρόνια και ήταν ο ιδανικός προπομπός για τον μέγα Ρικάρντο Ζαμόρα. Ο «θεϊκός» όπως τον αποκαλούσαν, ήρθε από την Εσπανιόλ στα 18 του χρόνια και συνέβαλλε τα μέγιστα για να γίνει η Μπάρσα ηγεμονική δύναμη εκείνη την εποχή. Η ρήξη όμως με τον σύλλογο ήρθε όταν ζήτησε μια δυσανάλογη αμοιβή, κάτι που η διοίκηση δεν δέχτηκε. Επέστρεψε στην Εσπανιόλ και στα 29 του πήγε στην Ρεάλ. 

Για να ξεχαστεί το θέμα του Ζαμόρα και ο θυμός του κόσμου, η διοίκηση του συλλόγου έφερε τον εκπληκτικό Ούγγρο, Φέρεντς Πλάτκο στην θέση του. Άλλο στιλ από τον Ζαμόρα, ξεχώριζε για τις εξόδους και την ηρεμία του κάτω από τα δοκάρια. Στα 1928 μάλιστα ο διάσημος ποιητής της εποχής, Ραφαέλ Αλμπερτί του αφιέρωσε και ποίημα επειδή ο Ούγγρος άντεξε να συνεχίσει να παίζει στον τελικό του πρωταθλήματος, παρά το ότι είχε τραυματιστεί σοβαρά στο κεφάλι. Τον διαδέχτηκε ο Χουάν Χοσέ Νογκές, που τελικά έμεινε για πάντα στην Καταλονία. Έκανε το ντεμπούτο του την σεζόν 1930-31 και είχε αποκτηθεί από την Σαραγόσα. Ο Νογκές κατέκτησε περίοπτη θέση στην καρδιά των Καταλανών, καθώς ήταν από τους ελάχιστους που παρέμειναν στην ομάδα στην μεταπολεμική περίοδο, κάτι που οι μπλαουγκράνα δεν ξέχασαν ποτέ. 

Ακολούθησε ο Χουάν Ζαμπούντιο Βελάσκο, ο καλύτερος εκείνα τα χρόνια στο ψηλό παιχνίδι. Ένας τραυματισμός όμως γίνεται η αφορμή ν’ ανακαλυφθεί ένας μύθος της Μπάρσα, ο Αντόνι Ραμαγιέτς. Λίγοι τον ήξεραν καθώς για πολύ καιρό ήταν στην σκιά του Βελάσκο. Από τα τέλη όμως της δεκαετίας του 1940 και για 10 χρόνια, κανείς δεν θα του έπαιρνε την θέση. Θεωρούνταν ο καλύτερος της Ευρώπης και τον ξεπερνούσε μόνο ο Λεβ Γιασίν. Οι παλιότεροι τον θυμούνται πάντα με μεγάλη αγάπη και σεβασμό.

Μετά την αποχώρηση του Ραμαγιέτς, πολλοί ήταν εκείνοι που έπρεπε να «επιζήσουν» από τις συγκρίσεις μ’ εκείνον. Ο Πεσούδο ήταν το πρώτο «θύμα» και ο μεγάλος του αντίπαλος για την θέση κάτω από τα δοκάρια ήταν ο Μιγκέλ Ρέινα. Από τα τέλη του 1960 και στις αρχές του 1970, ήταν ο βασικός τερματοφύλακας της ομάδας. Ο πρώτος κληρονόμος των Σαντούρνι και Ρέινα, ήταν ο Πέρε Βαλεντί Μορά που είχε ξεχωρίσει για τα καταπληκτικά αντανακλαστικά του. Ο Μορά όμως θα έμενε σχετικά σε δεύτερη μοίρα επισκιαζόμενος από τον Πέιο Αρτόλα, ένα Βάσκο, της Ρεάλ Σοσιεδάδ. Σοβαρός, στιβαρός και σταθερός ήξερε πώς ν’ αποπνέει σιγουριά στους συμπαίκτες του. Τον διαδέχτηκε ένας συμπατριώτης και φίλος του, ο Χαβιέρ Ουρουτικοετσέα., ένας από τους πλέον χαρισματικούς τερματοφύλακες των ’70 και ’80. 

Και οι Βάσκοι διαδέχονταν ο ένας τον άλλον, με τον Αντόνι Ζουμπιζαρέτα ν’ αναλαμβάνει μετά τον Ουρούτι. Ο Ζούμπι ήρθε στο Καμπ Νου με την πρόκληση να πάρει την θέση του Ουρούτι και το πέτυχε. Είχε περίπου 500 συμμετοχές και τον ξεπερνάει μόνο ο Βίκτορ Βαλντές. Ήταν ο τερματοφύλακας της ομάδας που πήρε το πρώτο Πρωτάθλημα Ευρώπης για λογαριασμό της Μπάρσα, τερματοφύλακας της Dream Team, της ομάδας που άλλαξε για πάντα την ιστορία του συλλόγου. Το 1994 και μετά τον τελικό της Αθήνας κόντρα στην Μίλαν, ο Κρόιφ τον ενημέρωσε ότι δεν τον υπολογίζει πλέον κι έτσι κατέληξε στην Βαλένσια. 

Αντικαταστάτης του επιλέχτηκε ο Κάρλος Μπουσκέτς. Αν και ο Μπουσκέτς πατήρ ήταν ένας τερματοφύλακας πρώτης γραμμής, πιστεύω ότι όλοι θα συμφωνήσουν πως η μεγαλύτερη συνεισφορά του στην ομάδα δεν είναι άλλη από τον γιο του, Σέρχιο. Και τελικά το 2000 και μετά το φιάσκο με τον Ντουτρουέλ, έρχεται η στιγμή των ακαδημιών: Πέπε Ρέινα και Βίκτορ Βαλντές. Ο Ρέινα δεν κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του συλλόγου κι έτσι άνοιξε ο δρόμος για τον Βαλντές. Την ποιότητά του την βλέπουμε και την ξέρουμε όλοι. Με λίγα λόγια, αν δεν υπήρχε ο Βαλντές θα έπρεπε να τον εφεύρουμε και είναι πολύ πιθανό πολλοί από τους τίτλους που έχει η Μπαρσελόνα στην τροπαιοθήκη της να μην ήταν εκεί. Κατάφερε ν’ ανταπεξέλθει στην πίεση, στα σχόλια και τις κριτικές και να βγει νικητής. Ποιος θα τον διαδεχτεί? Το καλύτερο είναι να ψάξουμε και πάλι μέσα στην «οικογένεια». Πολλοί μιλάνε για τον Μιγκέλ Μπανιούζ, ένα παιδί που όσοι τον έχουν δει μιλάνε με τα καλύτερα. Άλλοι πάλι βλέπουν το μέλλον λίγο πιο…. μαύρο. Και ας εξηγηθούμε. Υπάρχει ο εξαιρετικός Τζοζέφ Οντόα, ένας 16χρονος Καμερουνέζος, προϊόν της Μάσια και εγγύηση για το μέλλον. Σε κάποια χρόνια θα μπορούσε να γίνει ο πρώτος Αφρικανός τερματοφύλακας της Μπάρσα. Ίδωμεν….

Δεν υπάρχουν σχόλια: